Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

Περιμένουμε τη σταγόνα




Περιμένουμε τη σταγόνα. Εκείνη την απειροελάχιστη, απρόσμενη στιγμή. Το φύσηγμα του αγέρα που καθαρίζει την ομίχλη και σηκώνει τα πέπλα. Μας χτυπούν πολλές πριν ξυπνήσουμε. Κάποιες απαλά και ανεπαίσθητα, κάποιες δυνατά και αλύπητα. Όμως είναι μια συγκεκριμένη που θα αλλάξει το βλέμμα μας. Το επόμενο άνοιγμα του ματιού βλέπει έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό από εκείνον που κοίταζε πριν κλείσει. Το σφίξιμο στο στομάχι κι εκείνη την έκρηξη μέσα στο κεφάλι που ακολουθεί τον παλμό.  Εκείνον τον κεραυνό σε έναν ουρανό που δεν καταλάβαμε πότε συννέφιασε.

Δεν είναι ο κόσμος που άλλαξε. Είμαστε εμείς. Εμείς που μέχρι τώρα περιφερόμασταν άσκοπα αποζητώντας τη ζωή που μας έλεγαν ότι πρέπει να ζήσουμε με συγκεκριμένο αποδεκτό τρόπο. Εμείς που κινούμασταν σκόπιμα αναζητώντας την αλήθεια. Εμείς που μεθοδικά προσπαθούσαμε να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι ζούμε σε έναν φυσιολογικό κόσμο. Κανείς μας δεν είναι έτοιμος. Επειδή η αλήθεια ακόμη κι αν την ψάχνουμε είναι ζόρικη. Περισσότερο από την αλήθεια είναι πιο ζόρικο να παραδεχθούμε ότι δεν την βλέπαμε. Παρόλο που ήταν μπροστά μας. Είναι δύσκολο να πολεμήσουμε τον εγωισμό μας και να παραδεχθούμε ότι δεν βλέπαμε. Απλά κοιτούσαμε.

Κοιτούσαμε, ενώ όλα αυτά τα απειροελάχιστα, παράταιρα σημεία στην εικόνα τα παραβλέπαμε. Όλα αυτά τα κενά στην ιστορία που οι ερμηνείες τους δεν μπορούσαν να μας πείσουν. Τα κοιτούσαμε ξανά και ξανά κι όμως τα σπρώχναμε στο πίσω μέρος του μυαλό μας και προσπαθούσαμε να μην ακούμε τη φωνή που μας έλεγε… τι άλλο; την αλήθεια. Αυτή που ενδόμυχα γνωρίζαμε ούτως ή άλλως. Απλά είχαμε ξεχάσει.

Κι όμως έχουμε την εντύπωση ότι ο κόσμος όπως τον γνωρίζαμε, τον βλέπαμε και τον αισθανόμασταν δεν υπάρχει πια. Δρόμοι, σπίτια, αυτοκίνητα υπάρχουν γύρω σου και δεν τα βλέπαμε. Τα κοιτάζουμε πια. Γιατί το κόσμος δεν είναι όλα αυτά. Είναι τα έμψυχα πλέον που μας απασχολούμε. Επικεντρωνόμαστε σε εκείνες τις οντότητες που ζουν κι αναπνέουν γύρω μας. Που διαβάζουν την εφημερίδα τους στο τρένο δίπλα μας ή μας κορνάρουν στο φανάρι. Που πίνουν δίπλα μας καφέ ή μοιράζονται ώρες από τη ζωή μας. Εκείνοι είναι το ενδιαφέρον μας, το μίσος κι η αγάπη μας. Ο εχθρός μας. Ή ο σύμμαχός μας, ο συνοδοιπόρος μας.

Είναι λοιπόν η σταγόνα που κάνει τη διαφορά. Κι ενώ κυλάει αργά έξω από το ποτήρι, προσπαθείς ατομικά να μην χάσεις κανένα από τα κομμάτια του εγκεφάλου σου. Μην προσπαθείς. Όλο και κάποιο κομμάτι θα αφήσεις πίσω. Είναι μέρος του εγωισμού που δεν σε άφηνε να δεις την αλήθεια. Κι έτσι πρέπει. Γιατί η αλήθεια είναι περίπλοκη και χρειάζεται χώρο για να αναπαυθεί και να δώσει εντολή για να κινήσει τα γρανάζια ξανά.

Σε άλλους πέφτει πιο νωρίς, σε κάποιους πιο αργά και σε άλλους μπορεί και καθόλου. Η σταγόνα η τελευταία. Ίσως επειδή κάποιοι ξεκινούν να γεμίζουν στάλα στάλα το μυαλό τους, ενώ άλλοι φροντίζουν να το κρατούν άδειο. Γιατί η ζωή που τους είπαν ότι πρέπει να ζήσουν με συγκεκριμένο τρόπο τους άρεσε, ή επειδή κάποιων τα ποτήρια είναι τρύπια. Ποιος ξέρει. Εκείνο όμως στο οποίο δεν δίνει σημασία σχεδόν κανείς, είναι ποια ήταν η πρώτη σταγόνα. Ίσως γι’ αυτό κάνουμε κύκλους γύρω από την ουρά μας. Το μοιραίο είναι ότι όταν η τελευταία σταγόνα πέσει, δεν έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου για να αναζητήσουμε πότε έπεσε η πρώτη.

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Ψιλαφώντας την Ψυχή

 
Όσοι έχουν γεννηθεί πριν από το 1985, μεγαλώσαμε σε ένα περιβάλλον καθαρά εθνικό, όπου η το 99% περίπου του πληθυσμού ήταν Έλληνες με κοινό παρελθόν και κοινό μέλλον. Με το άνοιγμα των συνόρων όμως αυτό άλλαξε και η δεδομένη αν και φαινομενική ασφάλεια μέσα στην οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε δεν υπάρχει πια. Για τους νεώτερους, τουλάχιστον τους περισσότερους, όλα αυτά δεν σημαίνουν τίποτα γιατί έχουν μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον ανασφαλές και επικίνδυνο και θεωρούν αυτή την κατάσταση όπου η ζωή τους δεν αξίζει τίποτα δεδομένη. Ακούν ιστορίες από τους μεγαλύτερους για ένα τόσο κοντινό παρελθόν που όμως φαντάζει αρχαία ιστορία, για μια εποχή που κοιμώμασταν όλοι με τις πόρτες ξεκλείδωτες και τα καλοκαίρια στις πολυκατοικίες άφηναν τις πόρτες τους ανοιχτές για δροσιά και απορούν. Κι εμείς μαζί τους. Που πήγε; Τι απέγινε αυτή η ζωή; Απλά, η φαινομενική αυτή ασφάλεια είχε αποκοιμήσει την ψυχή μας, επειδή νομίζαμε ότι δεν είχαμε λόγους να ανησυχούμε για τίποτα.
Αφεθήκαμε λοιπόν στη νέα τάξη πραγμάτων που επιβλήθηκε - δεν θα γίνει κάποτε στο μέλλον, τη ζούμε εδώ και τώρα – και αποκτήσαμε νεόυς αόρατους αφέντες, οι οποίοι μας βλέπουν όλους κιμά προς βρώση και γι’ αυτό θέλουν και να γίνουμε όλοι κεφτεδάκια. Όμως είναι λίγοι και φοβούνται, αφού αποτελούν μειοψηφία στον πλανήτη. Κι αυτός ο πλανήτης, παρόλο που διατυμπανίζουν ότι έτσι είναι δεν ανήκει σ’ αυτούς. Η αυτοκρατορία τους για να διατηρηθεί και οι δούλοι να μην σηκώνουν κεφάλι, πρέπει αυτός ο κιμάς να θεωρηθεί δεδομένος. Ότι έτσι ήταν πάντα. Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει όσο υπάρχουν έθνη με κοινή μνήμη.
Η κύρια αγωνία τους και ο φόβος τους είναι η εθνική συνείδηση και η συλλογική ψυχή που μοιράζονται τα κύτταρα ενός έθνους. Όσο πιο παλιό είναι ένα έθνος, τόσο πιο ισχυρή είναι αυτή η κοινή ψυχή και κοινή συνείδηση που μοιράζονται. Γι’ αυτό και προσπαθούν απεγνωσμένα να την αποκοιμήσουν και την πολεμούν σπασμωδικά με ότι μέσο διαθέτουν. Μέσω των ΜΜΕ, της εκπαίδευσης, της νοθείας των ιδεών και της εφαρμογής του Σοκ και Δέους που μας καθοδηγούν, μας τρομοκρατούν και μας χωρίζουν σε παρατάξεις και το κυριότερο με οικονομικό ή και πραγματικό πόλεμο δια των όπλων όπου χρειάζεται. Τα πάντα όλα για να μην υπάρχουν έθνη. Να τα διαλύσουν.
Όλες οι αυτοκρατορίες αυτό προσπαθούσαν και προσπαθούν να κάνουν. Μάταια. Επειδή όσο κι αν πολεμάς το σώμα, το πνεύμα δεν μπορεί να ηττηθεί. Οι ψυχές δεν ηττώνται. Μόνο η σάρκα. Και όταν τα υλικά κύτταρα πονούν οι ψυχές τους κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου σε αυτές που μοιράζονται κοινό παρελθόν, άρα και μνήμη. Επειδή επιθυμούν όσο τίποτα άλλο να επιβιώσουν και να μοιραστούν κοινό μέλλον. Αυτή η κοινή ψυχή ενός έθνους είναι αήττητη, αφού με κάθε χτύπημα γίνεται όλο και πιο δυνατή. Κάθε κοινή μνήμη μεγαλείου και χαράς που μας ανυψώνει ή πόνου και θλίψης που μας τραυματίζει, όλα καταγράφονται στα κύτταρά μας και στην συλλογικότητά μας ως έθνος. Αυτό τον δεσμό δεν μπορούν να τον καταλάβουν όσοι δεν έχουν ψυχή.
Όλα τα ως άνω ισχύουν για όλα τα έθνη και όσο πιο «παλιό» είναι ένα έθνος, τόσο πιο ισχυρή είναι η συλλογικότητα της συνείδησης και της μνήμης του. Οι Έλληνες ίσως αποτελούν το αρχαιότερο έθνος, το οποίο μάλιστα δεν δημιουργήθηκε από διαφορετικές φυλές, αλλά αντίθετα ξεκίνησε από μια πηγή, η οποία διασπάστηκε σε φατρίες και μετάπειτα σε φύλα. Αυτά δε, όσο μακρυά κι αν αποίκισαν στην αρχαιότητα ή μετανάστευσαν σε νεώτερους χρόνους, δεν έπαψαν ποτέ να αποτελούν αδιάσπαστα κύτταρα αυτής της ψυχικής σύνδεσης με την εθνική συλλογικότητα που διαθέτει και ισχυρή κοινή συνείδηση και μνήμη. Αυτός είναι ο λόγος που οι Έλληνες δεν έχουν κοινό ψυχικό δεσμό με κανένα άλλο Έθνος και δεν νιώθουν άνετα σχεδόν με κανένα άλλο. Τα λίγα Έθνη που προτιμούμε και συμπαθούμε είναι και αυτά με τα οποία μας συνδέουν ίσως δεσμοί αίματος.
Η μνήμη της πηγής είναι πάντα εκεί στο βάθος του μυαλού μας και κοιτώντας τον ουρανό την αναζητούμε αδιάκοπα. Μικρά, απειροελάχιστα ψήγματα της πηγής βρίσκουμε σε έργα τέχνης που μας προκαλούν ρίγη συγκίνησης. Σε στοίχους τραγουδιών και επικών ποιημάτων, σε γραμμές πεζογραφημάτων, στον ήχο του Κανόνα (κανονάκι) και της λίρας, στους συννεφιασμένους ουρανούς των έργων του Γκρέκο, σε τροπάρια, σε σκαλισμένα πρόσωπα σε μάρμαρο. Η πηγή είναι εκεί κάθε φορά που αισθανόμαστε αυτό που δεν είναι ορατό και που η επιστήμη προσπαθεί μάταια να εξηγήσει, μα δεν μπορεί να πείσει για την ερμηνεία της.
Είναι αυτή η πηγή μέσα μας που δημιουργεί, όπου οι άλλοι από τη δική τους πηγή ορμώνται για την καταστροφή. Γι’ αυτή την πηγή αναγκάζονται και μας καλούν κάθε φορά που ο κόσμος πρέπει να αναγεννηθεί, γιατί δεν είναι μέρος της δικής τους ψυχής η δημιουργία. Μπορούν να συντηρήσουν, να συνδυάσουν ή να διαχωρίσουν, να παραδειγματιστούν και να σχεδιάσουν, να επεξηγήσουν και να συστηματοποιήσουν. Εμείς δεν είχαμε ποτέ σύστημα, ούτε σχεδιασμό. Πως μπορεί να δύναμη της φύσης να μπει σε στεγανά και να ελεγθεί; Είμαστε εδώ για να δημιουργούμε τον παλμό. Σαν εκείνον που οι δονήσεις του παρόλο που πέρασαν χιλιάδες χρόνια προκαλούν τους λαούς να «χορεύουν» στα στεγανά τους.
Σύντομα, νέος παλμός θα γεννηθεί. Το νιώθουμε μέχρι τα έγκατα της ψυχής μας και δεν μας αφήνει να κοιμηθούμε τα βράδυα, να ησυχάσουμε τα πρωινά. Ο πόλεμός τους μας αφυπνίζει κάθε μέρα που περνά και μας οδηγούν μόνοι τους εκεί που φοβούνται ότι μπορούμε να φτάσουμε. Επειδή είμαστε ικανοί για τα πάντα. Δονούμαστε από την ίδια την δύναμή μας κι ψάχνουμε βίαια την ψυχή μας για να προσεγγίσουμε την πηγή. Μ’ αυτό τον τρόπο όμως παράλληλα δονούμε την συλλογική μας συνείδηση με τον θυμό μας και την αγωνία μας. Όσο περισσότεροι ανεβάζουμε παλμούς, τόσους περισσότερους τραβούμε ψηλά μαζί μας. Έτσι οι ψυχές μας εξελίσσονται, έτσι εξελίσσουμε τους γύρω μας. Μ’ αυτόν τον τρόπο εξελίσσεται η κοινή μας σκέψη.
Γνωρίζουμε βαθειά μέσα μας, ότι η κοινή μας ψυχή είναι τραυματισμένη από την σκλαβιά και τον εμφύλιο και προσπαθούμε να σκεφτούμε λογικά. Επειδή φοβόμαστε ότι μπορεί να μας φτάσουν ξανά εκεί. Για το δικό μας αρχαίο Έθνος, η τουρκοκρατία και ο εμφύλιος ήταν μόλις χθες. Γνωρίζουμε ότι προσπαθούν να μας δέσουν σε ένα νέο ζυγό κι αυτό μας φοβίζει, αλλά και μας θυμώνει. Σύντομα όμως θα περάσει ο φόβος και ο θυμός θα υποσκελίσει όλα τα υπόλοιπα. Δεν είναι απαραίτητο να στραφούμε ο ένας απέναντι στον άλλο. Προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό πρέπει να γίνει και θα προσπαθήσουν να μας οδηγήσουν σε έναν νέο αλληλοσπαραγμό. Για να εισβάλουν εκείνοι ανενόχλητα όταν θα είμαστε αποδυναμωμένοι με όλες τους τις δυνάμεις. Οικονομικές και στρατιωτικές.
Μικροί και μεγάλοι λοιπόν, παιδιά, νέοι και ενήλικες, αλλόφρονες κινούμαστε άσκοπα ανάμεσα στο σπίτι και τη δουλειά, χωρίς να συνειδητοποιούμε τι συμβαίνει μέσα μας, ενώ θέλουμε κάτι άλλο να κάνουμε. Περιμένουμε λοιπόν αυτή τη στιγμή που η πηγή θα ξεχειλίσει. Πολύ σύντομα, θα βρούμε τον δρόμο μας. Κι αν μας βάλουν εμπόδια, θα περάσουμε από πάνω. Ενωμένοι.
Νίκη Δαναών

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012

Αναγεννώντας τον Ελληνισμό






Ο Φλάβιος Βαλέριος Κωνσταντίνος ήταν ένας πατρίκιος, που έγινε στρατηλάτης και εν τέλει αυτοκράτορας σε μια τεράστια αυτοκρατορία υπό κατάρρευση που όμως σώθηκε την τελευταία στιγμή. Γιατί ο Κωνσταντίνος ήταν ένας άνθρωπος με οράματα και ιδέες πέραν κάθε μικροπρεπούς προσωπικής φιλοδοξίας. Σκεφτόταν, έπραττε και ζούσε σύμφωνα με την δική του θεώρηση του κόσμου και δεν αμφέβαλλε ποτέ για την οθρότητα της. Αποτελούσε ως πνεύμα και ως σώμα, το πρότυπο του ανθρώπου του ελληνισμού. Το γνώριζαν όλοι γύρω του από τη βία στο βλέμμα του με την οποία μετρούσε τη γη. Από τον οξύθυμο χαρακτήρα του και την πεποίθηση στην ανωτερότητά του, που τον έκανε να ξεχωρίζει ανάμεσα στους υπόλοιπους δελφίνους στην αυλή του Διοκλητιανού όπου ήταν «φιλοξενούμενος». Από την γεναιότητα και το αίσθημα τιμής μέσα του που δεν του επέτρεπαν να αφήνει καμία πρόκληση αναπάντητη. Έγινε σαφές σε όλη αυτή την αυλή, ότι ήταν ο πιο επικίνδυνος αντίπαλος όλων των σκοτεινών εχθρών του, όταν σκότωσε με την τρομερή όψη του σπαθιού του ένα λιοντάρι μόνος του μέσα σε μια αρένα, απαντώντας άμεσα σε μια ανάλογη πρόκληση.
 
Ο Κωνσταντίνος είχε στρατοπεδεύσει με τον στρατό του έξω από τα τείχη της Ρώμης με σκοπό να αντιμετωπίσει τον Μαξέντιο σε μια μάχη, στην οποία διακυβέβονταν πολλά περισσότερα την απόλυτη κυριαρχία, όταν είδε ένα όραμα. Τον Ήλιο, σύμβολο του Απόλλωνα, να φωτίζει ένα λάβαρο από χρυσάφι που το κρατούσαν από ένα στέμμα που κατέληγε σε σταυρό δυο πορφυρές ταινίες. Όταν ανέτελει ο ήλιος το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 312μΧ αντικατέστησε τους αητούς των ρωμαϊκών λεγαιώνων, με ένα νέο λάβαρο, το γνωστό «Εν τούτω νίκα» και κέρδισε την μάχη της Μιλβίας γέφυρας.
Ο διορατικός Κωνσταντίνος γνώριζε ότι το κράτος κατέρρεε και δεν οφείλονταν μόνο στις επιδρομές των βαρβάρων από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Έφταιγε η εσωτερική παρακμή, η πνευματική, ηθική και υλική κόπωση που επέφερε η συνύπαρξη εντός του διαφορετικών λαών και θρησκειών. Η ελληνορωμαϊκή κοσμοθεωρία και το Πάνθεον που αποτελούσαν τη βάση του αχανούς βασιλείου είχαν ξεφτίσει από την παρερμηνία τους, και λίγοι ήταν οι όμοιοί του που ζούσαν σύμφωνα με τον συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και τους κανόνες που την ακολουθούσαν. Οι περισσότεροι πολίτες είχαν κουραστεί από την εισροή μυστικιστικών λατρειών από την Ανατολή, και το συνονθύλεμα μαγγανιών, δυσειδαιμονιών και φόβου που τους οδηγούσαν στο σκοτάδι και στο χάος. Σκοτεινοι ψευτοθεοί όπως ο Βάαλ το βόδι και άλλα κερασφόρα ή ερπετοειδή τερατουργήματα λατρεύονταν με αιματηρά τελετουργικά, ακόμη και με θυσίες βρεφών. Όλα υποκινούμενα από σκοτεινά κέντρα αποδόμησης της αυτοκρατορίας με απώτερο στόχο τους κύριους λαούς που την κρατούσαν ενωμένη. Των Ρωμαίων και των Ελλήνων. Τα βόδια είχαν εισβάλει παντού. Βόδια σαν εκείνο που έβρισκε ο Μωυσής να λατρεύει ο λαός του κάθε φορά που έφευγε για να πάρει τις εντόλες. Βόδια σαν εκείνο που σκότωσε ο Θησέας στην εποχή του Μύθου μέσα στον Λαβύρινθο.
Η πνευματική παρακμή ήταν αποτέλεσμα της αφελούς πολιτικής της ανεξιθρησκίας για την διατήρηση της Pax Romana. Στα νεοελλαδικά αυτό σημαίνει ότι η πολυπολιτισμικότητα κατέστρεφε λίγο-λίγο την αυτοκρατορία για αιώνες και τα χαλαρά ήθη, ενώ τα σκάνδαλα των πατρικίων έδιναν κακό παράδειγμα για τους απλούς πολίτες και χειροτέρευαν την κατάσταση. Ο Κωνσταντίνος γνώριζε από τους σημαντικούς λόγιους της εποχής που τον εκπαίδευσαν και από τις εκστρατείες του ότι πολυπολιτισμικότητα δεν υπήρχε, αφού δεν υπήρχαν πολλοί πολιτισμοί για να συνδυαστούν. Οι παραδόσεις της κάθε εθνολογικής ομάδας που αποτελούσε την αυτοκρατορία δεν ήταν πολιτισμός και απόδειξη για αυτό ήταν ότι με την εγκατάσταση των λεγεώνων σε κάθε νέα κτήση, έσβηναν μέσα σε λίγα χρόνια. Οι περισσότεροι μετά από λίγο ήθελαν να ντύνονται και να συμπεριφέρονται ως Ρωμαίοι και οι δυτικοί και βόρειοι βάρβαροι δεν αποτελούσαν φυλετικό κίνδυνο, αφού έφεραν τα ίδια ηλιακά σύμβολα. Η «πολιτεία» πάλι των Ρωμαίων ήταν στρατιωτικής φύσεως και δεν είχε προλάβει μέχρι την προσάρτηση της Ελλάδας στις κτήσεις της να αναπτύξει ξεχωριστά πολιτισμικά επιτέυγματα. Τεχνολογικά ναι, αλλά όχι πολιτισμικά.
Οπότε, ο μόνος ολοκληρωμένος πολιτισμός ήταν αυτός των Ελλήνων, που με όλη την κοσμοθεωρία του έστω και υπό κατοχή, «κατάπιε» την Ρώμη ολοκληρωτικά. Έλληνες αρχιτέκτονες, μηχανικοί και τεχνίτες, έκτιζαν τα μεγαλόπρεπα παλάτια, διοικητικά μέγαρα και ναούς στις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας. Έλληνες καλλιτέχνες λάξευαν τα γλυπτά και ζωγράφιζαν τειχογραφίες, ή συναρμολογούσαν τα μωσαϊκά που κοσμούσαν επαύλεις και πόλεις, διατυμπανίζοντας με την παρουσία τους το μεγαλείο της Ρώμης. Έλληνες ποιητές, μουσικοί και μονομάχοι ψυχαγωγούσαν, Έλληνες οικονόμοι κράτουσαν τα οικονομικά στις επιχειρήσεις και τα σπιτικά και το κυριότερο, Έλληνες παιδαγωγοί και παραμάνες ανάτρεφαν, εκπαίδευαν και μόρφωναν τους ίδιους τους Ρωμαίους πατρικίους. Ότι δεν κατάφεραν οι ελεύθεροι Έλληνες στη μάχη της Πύδνας, κατάφεραν οι σκλάβοι Έλληνες εντός της ίδιας της «Ρώμης».
Στις αρχές όμως του 4ου αιώνα η κοσμοθεωρία των Ελλήνων αφού αποστραγγίστηκε, είχε εξασθενίσει και δεν μπορούσε πλέον να φωτίσει και να κρατήσει ενωμένο το αχανές αυτό κράτος. Έτσι ο Κωνσταντίνος χρησιμοποίησε τον Ήλιο που υπήρξε πάντοτε σε όλες του τις μορφές και τα σχήματα, ιεροποιημένα και δαιμονοποιημένα, το απόλυτο σύμβολο των λευκών στη γη και συνδυάζοντάς τον με τον σταυρό ένωσε. Ο συμβολισμός είναι πασιφανής. Ένας Θεός, ένας αυτοκράτορας, ένα κράτος, μια θρησκεία, μια φυλή. Για να επιβιώσει. Και επιβίωσε.
Η επόμενη κίνησή του ήταν να εξαναγκάσει τους ανώτερους ιεράρχες του χριστιανισμού να δημιουργήσουν ένα κοινό ενωτικό δόγμα. Πιθανότατα γι’ αυτό αγιοποιήθηκε αργότερα από την εκκλησία, αφού κατάφερε να βάλει στο ίδιο τραπέζι για να συζητήσουν αρχιερείς που οι μισοί δεν ήθελαν ούτε να βλέπουν τους υπόλοιπους, ακριβώς επειδή έως τότε ερμήνευαν τις γραφές όπως τις καταλάβαινε ο καθένας. Έχοντας έλθει σε επαφή με τον χριστιανισμό χάρη στην μητέρα του, αναγνώριζε την θετική επιρροή του μονοθεϊσμού στα ενωτικά σχέδια του. Για χάρη της ξεκίνησε και την πρώτη σταυροφορία για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Οι άλλες των δυτικών ήταν απλές σταυροληστείες.
Οι τοπικές αυτές ερμηνίες έπρεπε να καταπολεμηθούν, καθώς είχαν τρομακτικά αποτελέσματα. Οι χριστιανοί κατηγορούν τους Ρωμαίους ότι τους κινήγησαν, όμως γι’ αυτό ευθύνονται μόνο οι ίδιοι, αφού σύμφωνα με τις παροτρύνσεις κάποιων ιερέων αρνούνταν να πάρουν όπλα και να καταταγούν στον στρατό και ο φανατισμός τους οδηγούσε σε όρκους αγαμίας με αποτέλεσμα να μην γεννιούνται αγόρια που μελλοντικά θα καταταγόντουσαν. Αυτές οι νοοτροπίες ήταν τόσο αντίθετες στην ελληνορωμαϊκή σκέψη που δεν είναι τυχαίο που ο ένας διωγμός έφερνε τον άλλο και ο χριστιανισμός σώθηκε από ιερείς που είχαν εντελώς διαφορετική ερμηνία των διδαγμάτων του Χριστού. Εάν ο αναρχοκομμουνισμός είχε παρουσιαστεί εκείνη την εποχή, ή σε μια οποιαδήποτε προηγούμενη, ή στο Βυζάντιο ο ελληνισμός θα είχε εξαπολύσει «ιερό πόλεμο» για να τους εξαφανίσει. Κάπως έτσι, έβλεπαν τους πρώτους χριστιανούς και οι Ρωμαίοι και ως τέτοιους τους αντιμετώπιζαν.
Υποτίθεται ότι οι πατέρες της εκκλησίας καθιέρωσαν αυτό το δόγμα, παρόλα αυτά η επιρροή του Κωνσταντίνου είναι αδιαμφισβήτητη. Βασισμένο στην εικόνα του Απόλλωνα-Ήλιου-Χριστού που με εύπεπτο τρόπο έφερνε σε επαφή τους απλούς πολίτες με την ελληνική φιλοσοφία και κοσμοθεωρία που σκοπό είχε την ηρωοποίηση μέσα από την προσφορά και την θυσία στην πολιτεία. Η νέα «καθαρή» θρησκεία κάτω από το άγρυπνο βλέμμα και πιθανόν και το μαστίγιο του Κωνσταντίνου, είχε σκοπό την θέωση, μέσα επίσης από την ίδια προσφορά και θυσία στην πολιτεία. Οι Θεοί έγιναν αρχάγγελοι και άγγελοι και οι ήρωες που έπαιρναν μια θέση στον Όλυμπο, έγιναν άγιοι που έπαιρναν μια θέση στον ουρανό. Τα μέλη της απαρτούσαν τάγματα-λεγεώνες (αγίων, αγγέλων, ιερέων, μοναχών, πιστών κα). Η νέα θρησκεια ήταν καθαρά πολεμική, βάσει της μαχητικής φύσης του ιδίου αλλά και των ελληνορωμαίων υπηκόων του στους οποίους και απευθυνόταν η νέα αυτή πίστη. Το κατώτερα τάγματα (των πιστών, μοναχών και ιερέων) γιορτάζουν κάθε άνοιξη με την Ανάσταση τον πόλεμο που μαίνεται, υπενθυμίζοντας την προδιαγεγραμμένη λαμπρή νίκη τους επί του σκότους με την γέννηση φωτός εκ του ερέβους.
Ίσως είναι τυχαίο που απορρόφησε και όλο τον λευκό πληθυσμό της Ευρώπης σιγά-σιγά μέσα στους επόμενους αιώνες, όμως άφησε αδιάφορους όλους σχεδόν τους αλλόφυλους. Οι αλλόφυλοι, όσοι προσυλητήσθηκαν, μόλυναν τον χριστιανισμό με τις διάφορες λατρείες τους δημιουργώντας, όπως και σήμερα, διάφορους βουντου-χριστιανισμούς. Ενώ οι Έλληνες με το να διατηρούν δοξασίες και συνήθειες της αρχαίας λατρείας, ισχυροποιούσαν ακόμη περισσότερο την καθαρότητα αυτή, αφού εισήγαγαν ακόμη περισσότερα ελληνικά στοιχεία.
Οι Έλληνες, όπως συνηθίζουν, «κατάπιαν» ουσιαστικά τον Χριστιανισμό, βελτιώνοντας είτε με την αντίστασή τους, είτε με την πίστη τους, ότι εγκαινίασε ο Κωνσταντίνος, ο οποίος είχε πλήρη γνώση της φύσης του λαού που μόνο αυτός, ανάμεσα στους υπόλοιπους της αυτοκρατορίας, μπορούσε αποδεδειγμένα να παράγει ίδιον πολιτισμό. Γι’ αυτό και στο Βυζάντιο, οι αλλόφυλλοι και αλλόθρησκοι, ήταν δεύτερης κατηγορίας πολίτες, για να αποφευχθεί το λάθος της ανοχής των Ρωμαίων και όλη προπαγάνδα των Ελλαδιτών δεν μπορεί να αλλάξει το γεγονός αυτό. Ο ελληνισμός αναγεννήθηκε μέσα από την μεταμόρφωσή του, χίλια χρόνια πριν την υπόλοιπη Ευρώπη, υπό την σκέπη του Κωνσταντίνου και διατηρήθηκε μέσα από το παραδοσιακό Βυζάντιο και την νέα θρησκεία, όσο κι αν δεν το αποδέχονται κάποιοι στενόμυαλοι που ξαφνικά ανακάλυψαν τον Δία και θεωρούν ότι μπορούν να κοροϊδεύουν και να προσβάλουν τους χριστιανούς, λες και ανακάλυψαν ότι ο ήλιος βγαίνει από την Ανατολή. Θα μπορούσαν κάλλιστα να στραφούν εναντίον αυτών που σκόνταψαν (εγκεφαλικά) πάνω σε λατρείες, όπως του Βάαλ, οι οποίες πραγματικά ροκάνιζαν την αυτοπεποίθηση στην ανωτερότητα του ελληνισμού και τα απόβλητά τους συνεχίζουν να το κάνουν, αποσκοπώντας στην καθολική επικράτηση της σκοτεινής νέας τάξης πραγμάτων.
Οι Έλληνες που ζούσαν στην Μικρά Ασία και στην ευρύτερη Μέση Ανατολή πραγματικά αρπάχθηκαν από την νέα αυτή θρησκεία για να μπορέσουν να διατηρήσουν την εθνολογική τους ταυτότητα και να πολεμήσουν την επιρροή σημιτικών λατρειών. Ενώ οι Έλληνες της Ρωμυλίας (χερσόνησος Αίμου έως τον Δούναβη-Ίστρο) και οι Ρωμαίοι της Ιταλίας, ενώ είχαν ήδη αποδεχθεί τον Χριστό, δεν είχαν καμία διάθεση να απαρνηθούν το υπόλοιπο Πάνθεον για το χατήρι του. Η Ρωμυλία ήταν γεμάτη Έλληνες, με πολύ λίγους αλλόφυλους και δεν αισθάνονταν την ίδια απειλή από την παρουσία τους και τις λατρείες τους, όπως σήμερα οι κάτοικοι των προαστίων και της επαρχίας δεν καταλαβαίνουν το δράμα των κατοίκων του κέντρου της Αθήνας. Ο εκχριστιανισμός της Ρωμυλίας κράτησε μέχρι και τον 10ο αιώνα σε κάποιες απομακρισμένες περιοχές όπως στην Μάνη και στους ορεινούς όγκους, όπου κατέφευγαν όσοι δεν ήθελαν να ασπαστούν την νέα θρησκεία. Με τον κώδικα ηθικής που επικράτησε σώθηκε η αυτοκρατορία που βούλιαζε σε πνευματική αποσύνθεση και ανακουφίστηκαν πολίτες της από τον ηθικό ξεπεσμό των τελευταίων αιώνων.
Ο κόσμος δημιουργείται από δυο ειδών ανθρώπου. Κάποιοι οραματίζονται το μέλλον, πλάθουν την ιδέα και το σχεδιάζουν και κάποιοι ανήγουν τον δρόμο με το σπαθί για την κατά προσέγγιση μεταμόρφωσή βάσει του ονείρου. Τι συμβαίνει όμως, όταν ένας άνθρωπος έχει το χάρισμα και των δυο αυτών μεταμορφωτικών δυνάμεων;
Ο στρατηλάτης λοιπόν αποφάσισε να δημιουργήσει ένα νέο πνευματικό, πολιτικό και εμπορικό κέντρο που θα αντικαθιστούσε την παλιά, «σάπια» πρωτεύουσα – η οποία στους επόμενους αιώνες μετά από αλλεπάλληλες επιδρομές μετατράπηκε σε ερειπωμένη πρωτέρουσα της μεσαιωνικής Ευρώπης - και θα τραβούσε τα βλέμματα από το σκοτεινό πνευματικό κέντρο εξουσίας, την Ιερουσαλήμ. Η Κωνσταντινούπολη έγινε η Νέα Ρώμη, η Νέα Ιερουσαλήμ. Σχεδιασμένη και κτισμένη κάτω από το άγρυπνο μάτι του Κωνσταντίνου στο στρατηγικότερο σημείο δυο ηπείρων και κέντρο του ελληνισμού μεταξύ Ελλάδας και Μικράς Ασίας, εγκαινιάστηκε με λαμπρότητα στις 11 Μαίου του 330μΧ. Χίλια περίπου χρόνια πριν, Μεγαρείς ύπο την αρχηγία του Βύζαντα αποίκησαν το ίδιο Χρυσό Κέρας και επεκτάθηκαν και στις δυο πλευρές του Βοσπόρου. Κατά σύμπτωση χίλια περίπου χρόνια μετά τα λαμπρά αυτά εγκαίνια, ένας άλλος Κωνσταντίνος στις 29 Μαϊου του 1453 θα πέθαινε υπερασπιζόμενος την πολιτεία αυτή. Όπως σύμπτωση ίσως ήταν που η μητέρα του Κωνσταντίνου Α’ η Ελένη είχε καταγωγή από το Δρέπανο της Βιθυνίας, αποικία του ίδιου ίσως Μεγαρέα, στην απέναντι πλευρά του Βοσπόρου. Είναι ίσως σύμπτωση ο τρόπος με τον οποίο οι γραμμές αίματος ακολουθούν διάφορα, φαινομενικά άσκοπα μονοπάτια και πως αυτά συναντώνται μέσα στους αιώνες για να γεννήσουν ανθρώπους με τα κατάλληλα χαρίσματα, που θα ζήσουν την κατάλληλη στιγμή, εκεί που χρειάζονται.
Η Ορθοδοξία είναι πολεμική θρησκεία. Αν η μαχητικότητα της θρησκείας έχει αμβλυθεί, οφείλεται σε ανάξιους εκπροσώπους της, που ξεχνούν ότι η δουλειά τους είναι να διαφυλάτουν και να ευλογούν τα «όπλα» των ηλιακών ηρώων ανά τους αιώνες. Γι’ αυτό το λόγο τους έχει δοθεί η τιμή να φορούν άμφια που ίσως να μην διαφέρουν και τόσο από εκείνα που φορούσαν οι ιερείς των ναών μας της αρχαιότητας και να τελούν λειτουργίες που προέρχονται από αρχαίους χρόνους. Από την άλλη όμως, υπήρξαν άξιοι και φωτισμένοι εκπρόσωποί της που σύλλεξαν με ζήλο και διαφύλαξαν με κίνδυνο της ζωής τους τους θησαυρούς του αρχαίου κόσμου που μπορούμε σήμερα να βρούμε πολύ εύκολα σε οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο και να αδιαφορήσουμε βλέπωντάς τους.
Έτσι ο Κωνσταντίνος έγινε Μέγας. Επειδή ένωσε. Είτε είδε τα ιερά οράματα, είτε τα έβγαλε από την φαντασία του για να υποστηρίξει τις αλλαγές που θα έφερνε στον κόσμο κατά την θητεία του, το συμπέρασμα είναι ότι κινήθηκε μεθοδικά από την νεότητά του και σίγουρα όχι μόνος του, γιατί γνώριζε ότι ο κόσμος βρίσκεται σε έναν πόλεμο που μαίνεται από την απαρχή του και θα συνεχίζεται ίσως και αφού η γη δεν υπάρχει πια. Φώς εναντίον σκότους. Αρετή απέναντι στην κακία. Πνεύμα ενάντια στην ύλη. Τίποτα δεν είναι τυχαίο και συμπτώσεις δεν υπάρχουν. Στο Άγιο Όρος οι αγιογραφίες δείχνουν τον πόλεμο που μαίνεται στον ουρανό και επεκτείται γύρω μας και μέσα μας. Γι’ αυτό και υπάρχουν πάντοτε διορατικοί άνθρωποι που φροντίζουν να δώσουν τα όπλα εκείνα που θα κρατήσουμε εμείς όταν τα χρειαστούμε. Ηγέτες που στο πέρασμα της ιστορίας μπορεί να αγιοποιηθούν ή να ξεχαστούν, να παραποιηθεί ο λόγος και οι πράξεις τους, να παρεξηγηθούν οι προθέσεις τους, να ηρωοποιηθούν ή να συκοφαντηθούν, όμως παρόλα αυτά θα παλέψουν για ότι έχουν ονειρευτεί. Επειδή τα όνειρά τους και οι πράξεις τους είναι που χτίζουν το μέλλον μας κι επειδή ο πόλεμος δεν τελείωσε ακόμη.

Νίκη Δαναών

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Φατριασμός





Στην ελληνική μυθολογία αναφέρεται ότι θεοί και θεές ενώθηκαν με νέους και νέες των ανθρώπων και τα παιδιά που γεννήθηκαν έγιναν οι αρχηγοί της κάθε ομάδας των Ελλήνων. Η κάθε αυτή ομάδα έπαιρνε και το όνομα του κάθε αρχηγού. Έτσι δημιουργήθηκαν οι Ελληνικές φατρίες που με τα χρόνια αποτέλεσαν τα λεγόμενα ελληνικά φύλα.

Έκτοτε οι Έλληνες εξαπλώθηκαν σε όλη την Ελλάδα, η οποία, εκτός της σχετικά πρόσφατης ιστορίας της των 1500 ετών, εκτεινόταν σε όλη την έκταση της νότιας Χερσονήσου του Αίμου κάτω του Δούναβη. Κι επειδή μάλλον με τα οικονομικά δεν τα πήγαιναν καλά οι Έλληνες από εκείνες τις εποχές ακόμη, και ίσως και λόγω υπερπλυθησμού, έστελναν εξέχοντα μέλη της κάθε περιοχής και φατρίας μαζί με έμπορους, τεχνίτες και στρατιώτες σε άλλλα εδάφη για να χτίσουν αποικίες και να τροφοδοτούν μέσω αυτών με χρήμα και αγαθά την κοιτίδα των Ελλήνων. Έτσι οι Έλληνες επεκτάθηκαν σε όλη τη Μεσόγειο και ίσως όχι μόνο σε αυτήν.
Τίποτα κακό έως εδώ, θα μπορούσε να πει κανείς. Το κακό όμως ήταν, όπως και είναι, ότι όχι μόνο οι Έλληνες είχαν πλήρη εξάρτηση από τις φατρίες στις οποίες ανήκαν, άλλα ότι αυτό δεν άλλαξε στην πάροδο των χιλιετιών ή τουλάχιστον δεν λειτούργησε μα θετικά αποτελέσματα. Η «οικογένεια» ήταν – όπως και είναι - πάνω από όλα και με τον όρο οικογένεια εννοούνταν και εννοείται η φατρία. Γι’ αυτό τότε, όπως και τώρα ήταν πάντα έτοιμοι να παίξουν σφαλιάρες με τη γειτονική ή τις γειτονικές φατρίες για υπαρκτούς ίσως λόγους κι όταν αυτοί δεν υπήρχαν, εφεύρησκαν μερικούς για να κάνουν εκπαίδευση για όταν θα εμφανιζόταν οι πρώτοι. Ακόμη κι όταν μια περιοχή ένωνε τις φατρίες της για να δημιουργήσει πολιτεία, όπως για παράδειγμα των Αθηνών, η δυναμική της φατρίας παρέμενε αναλλοίωτη και με τους εκπροσώπους της έπαιρνε μέρος στα κοινά. Με τον ίδιο τρόπο διαμορφώθηκαν και οι αποικίες. Ο ισχυρός φατριακός χαρακτήρας των κοινωνιών των Ελλήνων βοήθησε πάρα πολύ στην διατήρηση της φυλετικής τους καθαρότητας (γνωρίζω ότι σοκάρονται κάποιοι) σε περιόδους επιδρομών και κατοχής (επιδρομές Σλάβων και Τουρκοκρατία) πολύ περισσότερο από ότι έχει επικρατήσει να πιστεύουμε σήμερα. Όμως η ξεροκεφαλιά αυτή έχει και αρνητικά αποτελέσματα.
Οι Έλληνες λόγω της φατριακής τους κοινωνικής δομής είναι εθισμένοι στο να χωρίζονται σε παρατάξεις, κόμματα, ποδοσφαιρικές ομάδες, τοπικούς συλλόγους, να δημιουργούν πηγαδάκια και να συνομωτούν εναντίον όλων, ακόμη κι όταν όλοι θέλουν ακριβώς τα ίδια πράγματα. Και βέβαια θέλουν όλοι να είναι αρχηγοί, οπλαρχηγοί, πρόεδροι, αξιωματικοί και προϊστάμενοι. Κανένας δεν θέλει να είναι ένας απλός στρατιώτης. Όλοι καπεταναίοι. Ακόμη και στον μύθο, στον Όλυμπο όλοι ήθελαν να είναι αρχηγοί και συνομωτούσαν όλοι εναντίον όλων. Ο Κρόνος την έφερε στον Ούρανό και Δίας στον Κρόνο. Είναι εκείνοι καθ’ εικόνα και ομοίωσή μας ή μήπως εμείς καθ’ εικόνα και ομοίωσή των;
Οι εχθροί μας έχουν περάσει χιλιετηρήδες μελετώντας μας και γνωρίζουν την φύση μας καλύτερα κι από εμάς. Μας αρέσει να βρισκόμαστε στο επίκεντρο της προσοχής και γινόμαστε εύκολα θύματα των επαίνων και του ψεύτικου θαυμασμού τους. Είναι ένας κατά πολύ ανώτερος άνθρωπος αυτός που δεν έχει ανάγκη από τον έπαινο και τον θαυμασμό για να πράξει αυτό που πρέπει και να μην περιμένει τίποτα γι’ αυτό. Εκεί στηρίχθηκαν για να μας χωρίσουν. Κόμματα, ιδεολογίες, δόγματα, σύλλογοι, ΜΚΟ, καρέκλες, τίτλους και έδρανα μας μοίρασαν αφειδώς. Κι εμείς τσιμπήσαμε. Έρμαιοι της φύσης μας. Από τον Μύθο έως την επόχή των κινητών τηλεφώνων δεν αλλάξαμε καθόλου. Δεν εξελιχθήκαμε στο ελάχιστο, ακόμη κι αν «τιμωρούμαστε» για την αλαζονία μας και την παντελή έλλειψη σταθερού εθνικού σχεδίου δράσης ανηλεώς σχεδόν χίλια χρόνια τώρα.
Φυσικά δεν πολεμούν μόνο με αυτό τον τρόπο την έξω από εδώ ένωση των Ελλήνων. Οι διεθνιστές ανά γης πολεμούν γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ανηλεώς την οικογένεια και την οποία έχουν πλήξει σε μεγάλο βαθμό. Όμως, η έννοια της οικογένειας-φατρίας είναι ακόμη μέσα στο αίμα των Ελλήνων. Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό για τον Έλληνα από το να είναι σημαντικός μέσα στην μικρή του κοινωνία, να τον γνωρίζουν με το μικρό του όνομα και να μην αποτελεί ένα ασήμαντο νούμερο στα στατιστικά τευτέρια της διεθνικιστικής κατασκευής του «κιμά». Στις πόλεις που ζούμε οι περισσότεροι από εμάς πλέον, οι τοπικές κοινωνίες ή το σύνολο μέσα στο οποίο επιλέγουμε να ενταχθούμε λειτουργούν επίσης ως φατρίες. Σήμερα, οι ισχυρότερες φατρίες που λειτουργούν βάσει όλων των φατριακών παραδόσεων και δομών όπως αυτές θεμελιώθηκαν και καθιερώθηκαν μέσα από το πέρασμά τους στην ιστορία, είναι αυτές των αναρχοαυτόνομων ομάδων.
Ως αντίδραση στα τελευταία είκοσι χρόνια αλλοτρίωσης και εξατομίσκευσης, θα εντάσσονται όλο και περισσότεροι Έλληνες σε σύνολα που θα καλύπτουν την ανάγκη τους να αποτελούν μέλη μιας «οικογένειας-φατρίας». Βλέπουν πλέον καθαρά ότι οι ξένοι που έχουν έρθει στη χώρα τους, αντίθετα με τα όσα κυρήσσουν οι προπαγανδιστές της ‘αριστεράς και της προόδου’ (την είδαμε την αριστερη-σοσιαληστρική πρόοδο). Ουδεμία σχέση έχουν μαζί τους, με τον τρόπο σκέψης και ζωής τους και με τα σύστημα αξιών τους. Αυτό ισχύει και για ξένους που ανήκουν στη λευκή φυλή. Έτσι επιβεβαιώνονται οι υποψίες που είχαν πάντα, ότι ως Έλληνες είναι ιδιαίτερο είδος και ως τέτοιο δεν μπορούν να συμβιώσει εύκολα με «άλλους» παρά μόνο όταν δεν τον ενοχλού και όταν δεν αλλάζει ο τρόπος ζωής τους, ο άρρηκτα δεμένος με τη φατρία.
Στις εποχές όμως που έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια παγκοσμιοποίηση με φύση οδοστρωτήρα, ο τοπικισμός-φατριασμός μπορεί να γίνει για άλλη μια φορά ο Δούρειος Ίππος μας. Γιατί αυτή η ανάγκη και τάση που δεν μπορεί να καταπολεμηθεί, αφού είναι ενσωματωμένη στα γονίδια μας λειτουργεί καταστρεπτικά. Όταν σκεφτόμαστε και δρούμε με γνώμονα μόνο το χωριό ή την μικρή πόλη στην οποία ζούμε είμαστε καταδικασμένοι να αποτύχουμε. Εάν η διπλανή πολιτεία καταρεύσει, αναπόφευκτα θα επέλθει και το τέλος της δικής μας. Τόσα χρόνια στην επαρχία και ακόμη και στα προάστια κανείς δεν έδινε σημασία για τις συνθήκες τρόμου μέσα στις οποίες ζούσαν οι κάτοικοι του κέντρου των Αθηνών. Χλεύαζαν και αστειεύονταν με τις συνθήκες αυτές και τα ανέκδοτά τους έκαναν τους πολύπαθους Αθηναίους να σφίγγουν τα δόντια και να μην μιλούν για να μην χαρακτηριστούν φασίστες. Και να περιμένουν. Δικαιώθηκαν. Τώρα που τα κέντρα συγκέντρωσης (ντροπή να τα πούμε στρατόπευδα συγκέντρωσης μη στενοχωρηθούν οι κυρίες των Β.Π) έφτασαν στην εξώπορτα του χωριού ή του προαστίου τους, οι κάτοικοί τους δεν γελούν καθόλου και τα ανέκδοτά τους τα ξέχασαν το ίδιο απόγευμα που άκουσαν στις ειδήσεις για το στήσιμο των φαβέλων, των προκατασκευασμένων παραγκουπόλεων και των συρματοπλεγμάτων δίπλα στον φράχτη τους.
Ο φατριασμός-τοπικισμός των Ελλήνων έχει να επειδείξει τραγελαφικά κατορθώματα κατά την διάρκεια της ιστορίας μας. Ένας από τους κύριους λόγους που κατά τα πρώτα χρόνια της επανάστασης απελευθερώθηκαν τόσο λίγα εδάφη, ήταν η αποστροφή των Πελοπονήσσιων καπεταναίων στη σκέψη ότι έπρεπε να περάσουν τα σύνορα του Μορηά. Ο Καραϊσκάκης πήγαινε όπου υπήρχε μάχη. Ίσως λόγω της σκιώδους καταγωγής του δεν είχε νιώσει ποτέ ότι ανήκε σε μια τοπική κοινωνία ολοκληρωτικά και αυτό ωφέλησε το γένος. Όχι μόνο στη συγκεκριμένη περίοδο που ο Καραϊσκάκης και άλλοι οπλαρχηγοί έζησαν και πολέμησαν, αλλά μέχρι σήμερα. Οι δικές τους επιλογές έπηρεάζουν το δικό μας παρόν.
Οι αποφάσεις και οι πράξεις όλων μας έχουν πολύ μεγαλύτερη επίδραση στη ροή της ιστορίας απ΄ ότι μπορούμε να καταλάβουμε σκεπτόμενοι μικρονοϊκά. Μερικών ανθρώπων το εκτόπισμα είναι βεβαίως μεγαλύτερο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει όλοι να σκεφτόμαστε τη μεγαλύτερη εικόνα από αυτό που βλέπουμε σήμερα δίπλα μας. Γιατί ο Καραϊσκάκης δεν πολέμησε μόνος του και εκείνοι που τον ακολουθούσαν θα μπορούσαν κάλλιστα να γυρίσουν πίσω στα σπίτια τους και στο τζάκι τους. Των περισσοτέρων δε τα σπίτια απελευθερώθηκαν 50 χρόνια αργότερα.
Στις ημέρες μας, που λίγο πολύ όλοι έχουμε μια έστω μικρή μόρφωση, η οποία δεν ήταν δεδομένη για τους περισσότερους Έλληνες πριν από 200 χρόνια, δεν επιτρέπεται να λέει ένας νέος άνθρωπος ότι «Έγώ δεν δίνω δεκάρα για το τι συμβαίνει στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονική, εγώ μόνο για την περιοχή μου θα πολεμήσω». Με την ίδια λογική οι Πόντιοι το 1940 δεν έπρεπε να πάνε να πολεμήσουν τους Ιταλούς και τους Γερμανούς στο μέτωπο της Βορείου Ηπείρου και της Μακεδονίας, γιατί δεν πολεμούσαν για τον Πόντο.
Ο εχθρός χρησιμοποιεί τον τοπικισμό των Ελλήνων εναντίον μας και με έναν άλλο τρόπο. Χρησιμοποιεί τοπικές ονομασίες για να δημιουργήσει μειονότητες εκεί που δεν υπάρχουν. Σου λέει ότι οι Σπαρτιάτες δεν είναι Έλληνες γιατί τους λένε Σπαρτιάτες. Και ούτω καθεξής. Τα χαύτουν και τα παίρνουν οι ελαφρόμυαλοι αριστεροί και σηκώνουν την παντιέρα των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Τα τελευταία είκοσι χρόνια γεμίσαμε μειονότητες. Πριν ήταν όλοι περήφανοι Έλληνες. Τώρα έγιναν καταπιεσμένες μειονότητες.
Αυτές οι αστειότητες μαζί με τα υπερτροφικά «εγώ» που θρέφουν μικρονοϊκές μαμάδες μαζί με τα γεμιστά σε μικρά παιδιά που δεν φταίνε σε τίποτα, μας έφτασαν για άλλη μια φορά στον πάτο, όπου όποιος έχει ελληνική συνείδηση και θεώρηση των πραγμάτων να θεωρείται από ανίδεους «φασίστες», χωρίς να γνωρίζουν τι σημαίνει η λέξη, όποιος δεν έχει σύστημα αξιών και ήθους να θεωρείται φυσιολογικός και όποιος ψεύδεται και χρηματίζεται να λέγεται πολιτικός. Όλα αυτά δε, να μη προσβάλουν κανενός τον συναισθηματικό κόσμο και το ήθος αρκετά για να αντιδράσει, πόσο μάλλον να εξεγερθεί.
Όμως ποιοι θα εξεγελθούν; Όλοι οι Έλληνες είναι ευαισθητοποιημένοι όσον αφορά στις αλύτρωτες πατρίδες μας, οι οποίες είναι πολλές. Βόρειος Ήπειρος, Κύπρος, Πόντος, Ανατολική Θράκη για να μην αναφέρω κι άλλες και πάθουν κάποιοι εγκεφαλικά, είναι εδάφη μας και θέλουμε να τα ξαναδούμε όλοι ελληνικά, όμως προτεραιότητά μας είναι η απελευθέρωση της ίδιας της Ελλάδας που τελεί υπό κατοχή. Δυστυχώς, εκτός ελαχίστων εξερέσεων, οι περισσότεροι εκπρόσωποι των πατρίδων αυτών, είτε ως φυσικά πρόσωπα είτε ως φατριακές οντότητες περιορίζονται να κάνουν μνημόσινα μια-δυο φορές το χρόνο και αρνούνται πεισματικά να συμμετάσχουν σε οποιεσδήποτε άλλες δράσεις που υπερασπίζονται ελληνικές θέσεις. Ο εθνικιστικός-πατριωτικός χώρος στην Ελλάδα διευρύνεται κι εκείνοι ενώ ζουν στην Αθήνα ή άλλες πόλεις της Ελλάδας, λάμπουν δια της απουσίας τους, από οποιαδήποτε δράση που δεν έχει να κάνει με τα αιτήματα της φατρίας τους. Δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τα κατεξοχήν προβλήματα που απασχολούν άλλους εθνικιστές-πατριώτες που έχουν παραμερήσει την φατριακή τους ταυτότητα μπροστά στο συνολικό καλό αγώνα του έθνους. Έχει ακουστεί ως αστείο ότι για να γίνει εξέγερση από τις «φατρίες» αυτές, θα πρέπει να γίνει με κλαρίνα και βιολιά. Λυπούμαστε, αλλά οι καιροί είναι δύσκολοι και δεν μπορούμε να συντηρούμε ορχήστρες για χάρη σας.
Η ανοησία όμως δεν περιοριζεται μόνο σε τοπικού χαρακτήρα φατρίες. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί και η κόντρα στον στρατό και ειδικά αυτή των ειδικών δυνάμεων. Βάτραχοι και αμφίβιοι σκοτώνονται για το ποιοι είναι καλύτεροι στα κύματα, πεζοναύτες και λοκατζήδες ανταλλάσσουν ειρωνικά σχόλια, ενίοτε και μπουνιές, οι αλεξιπτωτιστές δεν αντέχουν τους πεζοναύτες και οι λοκατζήδες μαλώνουν με τους βατράχους. Όλοι μαζί κοιτούν αφ’ υψηλού όλους τους υπόλοιπους που υπήρξαν απλοί φαντάροι. Είναι ικανοί να «πάρουν την Κωνσταντινούπολη» κι όταν καθίσουν να ξαποστάσουν, μετά το κερί που θα ανάψουν στην Αγιά Σοφιά, να αρχίσουν να εκτοξεύουν μπύρες και φραπέδες μεταξύ τους για το ποιος μπήκε πρώτος στην Πόλη.
Κι ενώ αυτό φαίνεται όνειρο θερινής νυχτός οι κοντρίτσες αυτές που δυστυχώς εντάσσονται στην καθημερινότητα μέχρι και του Επιτελείου, δεν είναι πλέον καθόλου «χαριτωμένες». Είναι μάλιστα εξαιρετικά επικίνδυνες για την σωτηρία του έθνους. Κακομαθημένα καμώματα, αξιώματα και συμφέρονται πλέον δεν χωρούν. Ο εχθρός είναι εντός των πυλών και οι μαριονέτες του είναι μέσα στο κυνοβούλιο και σκυλεύουν την Ελλάδα ως λεία πολέμου. Κι όταν θέτουν μέτρα αφαίμαξης των Ελλήνων δεν μας βλέπουν ούτε ως αριστερούς, ούτε ως δεξιούς, βατράχους ή αλεξιπτωτιστές, ορθόδοξους ή δωδεκαθεϊστες. Στις ουρές του ΟΑΕΔ βρίσκονται μαζί με το μισό ανεπιθύμητο πληθυσμό του πλανήτη, αναρχικοί, φασίστες, δημοκράτες, εθνικοσοσιαλιστές από οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας να περιμένουν να πάρουν το πενιχρό ταμείο ανεργείας. Εκείνοι είναι πάντα ενωμένοι και έχουν ένα κοινό στόχο. Την καταστροφή και εξαφάνισή μας από τον χάρτη. Εμείς θα παραμείνουμε χώρια;
Νίκη Δαναών